Κατάσχεση από το ΣΔΟΕ άνω του ενός τόνου αλκοολούχων ποτών και τσίπουρου
Διαφήμιση - Advertisement
Διαφήμιση - Advertisement
Σημαντική επιτυχία, στην προσπάθεια καταπολέμησης του λαθρεμπορίου προϊόντων. Συνολικά, εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν άνω του ενός τόνου (1.116 λίτρα) αλκοολούχων ποτών και τσίπουρου, καθώς και 23,5 κιλά καφέ.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του Υπουργείου Οικονομικών:
«Σημαντική επιτυχία, στην προσπάθεια καταπολέμησης του λαθρεμπορίου προϊόντων που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, καθώς και στην αντιμετώπιση του οικονομικού εγκλήματος, της απάτης σε βάρος των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου και της Ε.Ε. και στη διασφάλιση της υγείας των πολιτών, σημειώθηκε από ελεγκτές της Επιχειρησιακής Διεύθυνσης ΣΔΟΕ Αττικής.
Στις 25/9/2020 κλιμάκιο ελεγκτών του Η’ τμήματος (Ελέγχου Κανόνων Διακίνησης, Αγοράς Προϊόντων & Παροχής Υπηρεσιών) της Υπηρεσίας μας, εντόπισε αδήλωτο αποθηκευτικό χώρο στην περιοχή των Αχαρνών Αττικής, ο οποίος χρησιμοποιούνταν για εμφιάλωση και συσκευασία σε πλαστικά δοχεία (pet) αλκοολούχων ποτών.
Συνολικά, εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν άνω του ενός τόνου (1.116 λίτρα) αλκοολούχων ποτών και τσίπουρου, καθώς και 23,5 κιλά καφέ.
Σχηματίστηκε δικογραφία σε βάρος τριών ατόμων, ένας εκ των οποίων (αλλοδαπός) συνελήφθη εντός του αποθηκευτικού χώρου και οδηγήθηκε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, με τη διαδικασία του Αυτοφώρου, ενώ διέφυγαν της σύλληψης οι άλλοι δύο (ημεδαποί) που φέρεται να είχαν μισθώσει τον παράνομο αποθηκευτικό χώρο και να προωθούσαν τα παράνομα αλκοολούχα ποτά, μέσω εταιρίας εμπορίας αλκοολούχων ποτών ιδιοκτησίας τους, με έδρα την Εύβοια.
Για τις παραπάνω ποσότητες παράνομων αλκοολούχων ποτών και καφέ που κατασχέθηκαν δεν βρέθηκαν φορολογικά παραστατικά νόμιμης προέλευσης ή εισαγωγής αυτών, οι διαφυγόντες δε δασμοί και λοιποί φόροι θα υπολογισθούν από το Τελωνείο Αθηνών.
Ελήφθησαν δείγματα από τα αλκοολούχα ποτά, τα οποία στάλθηκαν στη Χημική Υπηρεσία Αθηνών προς εξέταση.
Η Επιχειρησιακή Διεύθυνση ΣΔΟΕ Αττικής συνεχίζει με αμείωτους ρυθμούς τη μάχη κατά του οργανωμένου οικονομικού εγκλήματος και της εξαπάτησης του καταναλωτικού κοινού.»