Πρωτοχρονιά του 1934: Σαν σήμερα έγιναν τα εγκαίνια στη φυλακή του Αλκατράζ - Η απόδραση που έμεινε στην ιστορία (video+photos)
Διαφήμιση - Advertisement
Διαφήμιση - Advertisement
Σαν σήμερα, την Πρωτοχρονιά του 1934, έγιναν τα εγκαίνια στην ομοσπονδιακή φυλακή υψίστης ασφαλείας στο Αλκατράζ, που είναι η μία από τις τρεις βραχονησίδες που βρίσκονται στον κόλπο του Σαν Φρανσίσκο. Οι πρώτοι κατάδικοι έφτασαν στις 11 Αυγούστου της ίδιας χρονιάς. Η φυλακή, που έκλεισε στις 21 Μαρτίου 1963, αποτελεί σήμερα ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της περιοχής...
Η λέξη «Αλκατράζ» προέρχεται από την ισπανική λέξη για το θαλασσοπούλι. Έτσι ονόμασε ο Ισπανός εξερευνητής Χουάν Μανουέλ ντ' Αγιάλα τη μία από τις τρεις βραχονησίδες που βρίσκονται στον κόλπο του Σαν Φρανσίσκο, όταν κατέπλευσε στην περιοχή και τη χαρτογράφησε.
Λόγω της στρατηγικής του σημασίας, το 1850 ο αμερικανικός στρατός μετέτρεψε το νησάκι σε οχυρό, για την προστασία του λιμανιού. Προς τα τέλη της δεκαετίας, το φρούριο άρχισε να δέχεται και στρατιωτικούς κρατουμένους, οι οποίοι από το 1909 έως το 1911 αξιοποιήθηκαν για την ανέγερση μιας νέας στρατιωτικής φυλακής, που επρόκειτο να μείνει στην ιστορία ως «Ο Βράχος».
Για περισσότερα από 80 χρόνια χρησιμοποιήθηκε για στρατιωτικούς σκοπούς. Στις 12 Οκτωβρίου του 1933 πέρασε στη δικαιοδοσία του αμερικανικού Υπουργείου Δικαιοσύνης και την επόμενη χρονιά μετατράπηκε σε ομοσπονδιακή φυλακή υψίστης ασφαλείας. Τα εγκαίνια έγιναν την Πρωτοχρονιά του 1934 και οι πρώτοι κατάδικοι έφτασαν στις 11 Αυγούστου 1934.
Εκεί στέλνονταν οι πιο επικίνδυνοι κακοποιοί και όσοι αρνούνταν να προσαρμοστούν στους κανόνες των κοινών φυλάκων. Στα 29 χρόνια λειτουργίας της, τρόφιμοί της υπήρξαν ορισμένοι από τους πλέον διάσημους γκάνγκστερ, όπως ο Αλ Καπόνε.
Στο Αλκατράζ, οι κρατούμενοι είχαν τέσσερα δικαιώματα: τροφή, ένδυση, στέγη και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Οποιοδήποτε άλλο προνόμιο έπρεπε να το κερδίσουν. Στα προνόμια αυτά συμπεριλαμβάνονταν οι επισκέψεις συγγενικών προσώπων, η πρόσβαση στη βιβλιοθήκη των φυλακών, ψυχαγωγικές δραστηριότητα όπως ζωγραφική, μουσική, κ.α. Από τον Βράχο δεν μπόρεσε (σχεδόν) ποτέ να αποδράσει κανείς. Όσοι το επεδίωξαν, είτε πυροβολήθηκαν και σκοτώθηκαν από τους φύλακες, είτε πέθαναν στα παγωμένα νερά του Ειρηνικού Ωκεανού.
Η φυλακή του Αλκατράζ έκλεισε στις 21 Μαρτίου του 1963. Το κόστος συντήρησης της ήταν τόσο υψηλό, που προτιμήθηκε η κατασκευή μιας νέας στην ηπειρωτική χώρα. Μετά το κλείσιμό της, το νησάκι εγκαταλείφθηκε, παρότι υπήρξαν διάφορες ιδέες για την αξιοποίησή του. Μεταξύ άλλων, προτάθηκε να συμπεριληφθεί στα μνημεία των Ηνωμένων Εθνών ως ένα άλλο Άγαλμα της Ελευθερίας, ή να μετατραπεί σε ξενοδοχειακό συγκρότημα και εμπορικό κέντρο.
Το 1969 διεκδικήθηκε από μία ομάδα ιθαγενών, θέλοντας να δημιουργήσουν σ' αυτό ένα ινδιάνικο πολιτιστικό κέντρο. Η προσπάθειά τους, όμως, απέτυχε και το 1973 το Αλκατράζ μετατράπηκε σε εθνικό πάρκο. Σήμερα αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της περιοχής και δέχεται περισσότερους από ένα εκατομμύριο επισκέπτες ετησίως.
Η απόδραση από το Αλκατράζ που έμεινε στην ιστορία
Η Απόδραση από το Αλκατράζ αποτέλεσε και τίτλο δραματικής ταινίας μεγάλου μήκους αμερικάνικης παραγωγής του 1979. Η εν λόγω ταινία βασίσθηκε στην απόδραση φυλακισμένου από τις περίφημες φυλακές «υψηλής ασφαλείας» της νήσου Αλκατράζ, που προηγουμένως είχε γίνει και τίτλος βιβλίου υπό του J. Campbell Bruce.
Ένας κατάδικος, ο Φρανκ Μόρρις (Frank Morris), μετά από αλλεπάλληλες αποδράσεις μεταφέρεται στις ομοσπονδιακές Φυλακές Αλκατράζ στην ομώνυμη νήσο, που θεωρούνται υψηλής ασφαλείας, στις οποίες και η σκέψη ακόμη για απόπειρα απόδρασης απ' αυτές θεωρούνταν αδιανόητη. Παρά ταύτα ο Μόρρις παρακολουθώντας τις καθημερινές κινήσεις των δεσμοφυλάκων κατάστρωσε σχέδιο απόδρασης στην εκτέλεση του οποίου τον βοήθησαν δύο ακόμη κατάδικοι οι Κλάρενς και Τζον Άνγκλιν (Clarence και John Anglin).
Τη νύχτα της 11ης Ιουνίου 1962 είχε φτάσει η μεγάλη ώρα για τους 3 βαρυποινίτες. Έχοντας ανοίξει τρύπες ικανές για να χωρέσουν, πέρασαν σε ένα διάδρομο πλάτους 90 μόλις εκατοστών και από εκεί έφτασαν σε μια από τις καμινάδες της φυλακής. Πέρασαν σκαρφαλώνοντας τον μεγάλο τοίχο του προαυλίου και έφτασαν στην ακτή. Για τη διαφυγή τους από το νησί χρησιμοποίησαν αυτοσχέδιες λέμβους τις οποίες είχαν κατασκευάσει με υλικά που βρήκαν εντός της φυλακής και ήταν προσβάσιμα για τους κρατουμένους. Λέγεται πως χρησιμοποίησαν 50 αδιάβροχα σακάκια.
Για να μπορέσουν, όμως, να εκτελέσουν το σχέδιο σωστά έπρεπε να έχουν χρόνο, οπότε δεν έπρεπε να γίνει αντιληπτή η απουσία τους από τους φρουρούς, που έλεγχαν σε τακτά χρονικά διαστήματα τα κελιά των κρατουμένων μέσα στη νύχτα. Για να το καταφέρουν δημιούργησαν ομοιώματα τους και τα τοποθέτησαν στα κρεβάτια τους με τέτοιο τρόπο ώστε να φαίνεται οτι κοιμόνταν. Για την κατασκευή των ομοιωμάτων χρησιμοποίησαν σαπούνι, χαρτί υγείας και αληθινές τρίχες.
Η 12η Ιουνίου δεν ήταν μια μέρα σαν όλες τις άλλες για το Αλκατράζ. Στον καθιερωμένο έλεγχο που έγινε στις 7.15 το πρωΐ, οι δεσμοφύλακες αντιλήφθηκαν την απουσία των 3 κακοποιών και αμέσως σήμανε συναγερμός. Τις έρευνες για τον εντοπισμό τους ανέλαβε το FBI με επικεφαλής των ερευνών τον αστυνόμο Μάικλ Ντάικ. Όπως ήταν φυσικό οι έρευνες ήταν μεγάλης έκτασης και χρησιμοποιήθηκαν όλα τα μέσα της τότε εποχής για τον εντοπισμό των δραπετών. Δεν είχαν όμως κανένα αποτέλεσμα. Τα μόνα τεκμήρια που ανακαλύφθηκαν σε ένα κοντινό νησί ήταν κομμάτια από αδιάβροχο και τα αυτοσχέδια κουπιά από κόντρα πλακέ που είχαν χρησιμοποιήσει οι κρατούμενοι.
Ένα μήνα μετά ο καπετάνιος ενός Νορβηγικού πλοίου, κατέθεσε, πως είδε στα ανοιχτά του κόλπου να επιπλέει ένα πτώμα που φορούσε στολή καταδίκου. Η μαρτυρία αυτή ενίσχυσε την πεποίθηση της αστυνομίας πως τα αδέρφια Άνγκλιν σκότωσαν τον Μόρις και τον πέταξαν στη θάλασσα. Μια άλλη φήμη που κυκλοφόρησε ήθελε τη μαφία να έχει οργανώσει την απόδραση των τριών κακοποιών.
Το επίσημο πόρισμα του FBI πάντως ανέφερε πως πιθανόν δεν τα κατάφεραν και πνίγηκαν, όμως η υπόθεση παραμένει τυπικά ανοικτή ακόμη και σήμερα.
Μάλιστα, πριν κάποια χρόνια, είχε κυκλοφορήσει και επεξεργασμένη φωτογραφία (δείτε πιο πάνω), η οποία έδειχνε πώς ήταν πιθανόν οι δραπέτες.
Μάλιστα, πριν κάποια χρόνια, είχε κυκλοφορήσει και επεξεργασμένη φωτογραφία (δείτε πιο πάνω), η οποία έδειχνε πώς ήταν πιθανόν οι δραπέτες.
Το πλήγμα για το ίδρυμα ήταν μεγάλο. Η απόδραση έγινε η αφορμή να διαπιστωθεί πως η φυλακή ήταν πλέον απαρχαιωμένη και δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για την ασφαλή φύλαξη των κρατουμένων, καθώς καταρρίφθηκε ο μύθος που ήθελε να μη μπορεί να αποδράσει κανείς...
Πληροφορίες από: sansimera.gr - mentality10 - wikipedia