Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα υπολείμματα φυτοπροστατευτικών ουσιών στα τρόφιμα
Διαφήμιση - Advertisement
Διαφήμιση - Advertisement
Η σημερινή ανακοίνωση του ΕΦΕΤ: «Σύμφωνα με την τελευταία ετήσια Έκθεση της ΕFSA για τα υπολείμματα φυτοπροστατευτικών ουσιών για το έτος 2017, τα τρόφιμα που καταναλώνονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθούν κατά κύριο λόγο να μην περιέχουν υπολείμματα φυτοπροστατευτικών ουσιών ή να περιέχουν υπολείμματα φυτοπροστατευτικών ουσιών εντός των ορίων που έχουν καθοριστεί στην Ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Ειδικότερα, στην Έκθεση της EFSA περιγράφονται λεπτομερώς οι επίσημες δραστηριότητες ελέγχου που πραγματοποιήθηκαν από τα Κράτη Μέλη της ΕΕ, την Ισλανδία και τη Νορβηγία το 2017 και παρουσιάζονται τα αποτελέσματα αυτών.
Σε συνέχεια των ανωτέρω, τα κύρια σημεία συνοψίζονται στα εξής:
• Τα αποτελέσματα για το 95,9% των δειγμάτων που αναλύθηκαν (84.627) βρίσκονται εντός των νόμιμων ορίων. Από αυτά, το 54,1% περιείχαν υπολείμματα φυτοπροστατευτικών ουσιών κάτω από το όριο ποσοστικοποίησης και το 41,8% περιείχαν ποσότητες φυτοπροστατευτικών ουσιών κάτω από Ανώτατα Όρια Καταλοίπων (MRLs).
• Το ποσοστό υπέρβασης των Ανώτατων Ορίων Καταλοίπων ήταν 4,1% έναντι 3,8% το 2016. Η διαφορά αυτή μεταξύ 2016 και 2017 εξηγείται σε κάποιο βαθμό από τον διπλάσιο αριθμό δειγμάτων που επιβλήθηκαν στο πλαίσιο του συντονισμένου πολυετούς προγράμματος ελέγχου της Ένωσης για τα έτη 2017-2019, ώστε να εξασφαλιστεί συμμόρφωση με τα ανώτατα όρια καταλοίπων φυτοφαρμάκων και να εκτιμηθεί η έκθεση του καταναλωτή στα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων (10.677 δείγματα το 2017 ή 12,1% των συνολικών δειγμάτων έναντι 4,173 δειγμάτων το 2016 ή 4,9% των συνολικών δειγμάτων).
• Το ποσοστό υπέρβασης των Ανώτατων Ορίων Καταλοίπων (MRLs) στα δείγματα από Τρίτες Χώρες ήταν υψηλότερο (7,6%) σε σύγκριση με αυτό στα δείγματα τροφίμων από χώρες της ΕΕ (2,6%). Για τα τρόφιμα από χώρες του Ε.Ο.Χ. υπέρβαση των ορίων διαπιστώθηκε στο 2,4% των δειγμάτων.
• Αναφορικά με τα δείγματα από τρόφιμα που προορίζονται για βρέφη και μικρά παιδιά επισημαίνεται ότι τα υπολείμματα φυτοπροστατευτικών ουσιών ήταν κάτω από το όριο ποσοστικοποίησης στο 94,6% αυτών, ενώ το 5,4% περιείχαν υπολείμματα σε επίπεδο στο ή πάνω από το όριο ποσοστικοποίησης. Για το 1,5% των δειγμάτων, διαπιστώθηκε υπέρβαση των Ανώτατων Ορίων Καταλοίπων (MRLs) των 0,01mg/kg που ισχύουν για τα τρόφιμα για βρέφη.
• Αναφορικά με τα δείγματα από βιολογικά τρόφιμα, το 86,3% αυτών δεν περιείχαν υπολείμματα φυτοπροστατευτικών ουσιών άνω του ορίου ποσοστικοποίησης, ενώ το 12,2% περιείχε κατάλοιπα εντός των νόμιμων ορίων. Υπέρβαση των Ανώτατων Ορίων Καταλοίπων διαπιστώθηκε στο 1,5% των οργανικών δειγμάτων που αναλύθηκαν.
• Στα περισσότερα δείγματα από προϊόντα ζωικής προέλευσης που αναλύθηκαν (87.5%) δεν προσδιορίστηκε η ύπαρξη υπολειμμάτων φυτοπροστατευτικών ουσιών άνω του ορίου ποσοτικοποίησης, ενώ το 12.5% αυτών βρέθηκαν να περιέχουν ένα ή περισσότερα παρασιτοκτόνα σε ποσοτικά προσδιορισμένες συγκεντρώσεις. Υπέρβαση των Ανώτατων Ορίων Καταλοίπων εντοπίστηκε στο 1,1% των δειγμάτων.
• Υπολείμματα πολλαπλών φυτοπροστατευτικών ουσιών αναφέρθηκαν στο 27,5% των δειγμάτων. Η συχνότητα πολλαπλών υπολειμμάτων στα μη επεξεργασμένα προϊόντα (29%) ήταν υψηλότερη από ό, τι στα μεταποιημένα προϊόντα (12,0%).
Στο πλαίσιο της ετήσιας αναφοράς της, η EFSA επεξεργάζεται και παρουσιάζει τα αποτελέσματα του προγράμματος ελέγχου της Ε.Ε. κατά το οποίο οι χώρες που παρέχουν δεδομένα αναλύουν δείγματα από το ίδιο «καλάθι» τροφίμων.
Για το 2017 τα προϊόντα διατροφής του «καλαθιού» ήταν 12: πορτοκάλια, αχλάδια, ακτινίδια, κουνουπίδια, κρεμμύδια, καρότα, πατάτες, φασόλια (αποξηραμένα), σπόροι σίκαλης, κόκκοι αποφλοιωμένου ρυζιού, λίπος πουλερικών και πρόβειο λίπος. Επιπρόσθετα, βάσει των αποτελεσμάτων του προγράμματος ελέγχου της ΕΕ, έχει πραγματοποιήσει αξιολόγηση επικινδυνότητας διατροφικής πρόσληψης καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η επικινδυνότητα για τους καταναλωτές από τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων είναι μικρή.
Ο ΕΦΕΤ είναι το Εστιακό Σημείο της EFSA στην Ελλάδα. Στο πλαίσιο αυτό, ο ΕΦΕΤ υποστηρίζει την επιστημονική συνεργασία και τη δικτύωση μεταξύ Ελληνικών φορέων και της EFSA ή/και φορέων από τα υπόλοιπα Κράτη Μέλη.»