Ο εξευτελιστικόs νόμος περί μοιχείας που ίσχυε στην Ελλάδα έως το 1983...
Διαφήμιση - Advertisement
Διαφήμιση - Advertisement
«Ου μοιχεύσεις» είναι η 7η από τις δέκα εντολές, που το ελληνικό κράτος είχε μετατρέψει σε νόμο, σύμφωνα με τον οποίο, όποιος διέπραττε μοιχεία μπορούσε να συλληφθεί επ΄ αυτοφόρω, να δικαστεί και να φυλακιστεί ακόμη και για ένα χρόνο.
Ο νόμος περί μοιχείας ίσχυσε στην Ελλάδα για περίπου τέσσερις δεκαετίες.
Έχει καταργηθεί εδώ και περίπου τριάντα χρόνια, αλλά θεωρείται μέχρι σήμερα μελανή σελίδα στην ιστορία του ελληνικού ποινικού δικαίου...
Ο λόγος είναι ότι ο νόμος ήταν διατυπωμένος με τέτοιο τρόπο, ώστε βασιζόταν στον εξευτελισμό και τη διαπόμπευση. Οι παραβάτες, που ονομάζονταν μοιχοί, έπρεπε να πιαστούν επ’ αυτοφώρω στο κρεβάτι και μάλιστα γuμvoi. Οι αρχές τους συνελάμβαναν και τους οδηγούσαν στο αστυνομικό τμήμα χωρίς να τους επιτρέπουν να ντυθούν. Κατ’ αυτό τον τρόπο πιστοποιείτο το αδίκημα, το οποίο ήταν αυτόφωρο.
Το παράνομο ζευγάρι διανυκτέρευε στο κρατητήριο και η υπόθεση εκδικάζονταν την επόμενη ημέρα. Οι περισσότεροι τιμωρούνταν με 6 έως 8 μήνες φυλάκιση, ποινή την οποία εξαγόραζαν. Η ζημιά όμως είχε ήδη γίνει από τη στιγμή της σύλληψης. Η διαπόμπευση ήταν τέτοια που ακόμα και για τις εφημερίδες οι ιστορίες μοιχείας, ήταν ένα συνηθισμένο ρεπορτάζ. Μάλιστα, οι συντάκτες φρόντιζαν να μάθουν όσες περισσότερες λεπτομέρειες μπορούσαν, τις οποίες δημοσιοποιούσαν. Και φυσικά όσο πιο πικάντικες, τόσο καλύτερα. Αν ήταν και παρόντες την ώρα της σύλληψης για επιτόπιο ρεπορτάζ ακόμη καλύτερα, αν και ο Τύπος σε γενικές γραμμές κράτησε αξιοπρεπή στάση, σε αυτό το θέμα.
Οι ντετέκτιβ και οι παρακολουθήσεις
Για τη σωστή εφαρμογή του νόμου, απαραίτητη ήταν η συμβολή των ιδιωτικών ερευνητών, δηλαδή των ντετέκτιβ. Συνήθως τους προσλάμβαναν όσοι υποψιάζονταν ότι τους απατούσαν οι σύντροφοί τους και ο ρόλος τους ήταν καταλυτικός στην εξέλιξη της υπόθεσης. Οι ντετέκτιβ μπορεί να παρακολουθούσαν ένα παράνομο ζευγάρι για αρκετό καιρό, μέχρι να καταφέρουν να το «ξεσκεπάσουν». Όταν διαπίστωναν τη μοιχεία, ενημέρωναν τους απατημένους συζύγους οι οποίοι με τη σειρά τους ενημέρωναν τον ειρηνοδίκη και την αστυνομία, ώστε να οργανωθεί η έφοδος.
Πολλές φορές την έφοδο πραγματοποιούσαν οι ίδιοι οι ιδιωτικοί ερευνητές. Έμπαιναν μέσα στα δωμάτια που εκτυλισσόταν το μυστικό ραντεβού συνοδευόμενοι από φωτογράφους. Τα ζευγάρια πριν προλάβουν να συνειδητοποιήσουν τι συνέβαινε, τυφλώνονταν από τα φλας. Οι φωτογραφίες ήταν ένας ασφαλής τρόπος να πιστοποιηθεί το αδίκημα. Υπήρχαν φορές που οι ντετέκτιβ ακινητοποιούσαν τους μοιχούς ώστε να προλάβουν οι φωτογράφοι να τους απαθανατίσουν πριν εκείνοι ντυθούν. Φυσικά υπήρξαν και φορές που η κατάσταση ξέφευγε και αρκετοί ντετέκτιβ είχαν φάει ξύλο κατά την έφοδο, ειδικά όταν ο εpαστής ήταν μυώδης...
Ο εξευτελισμός για τους μοιχούς ήταν τεράστιος. Το ίδιο και το σοκ.
Ο νόμος απαγόρευε στους παραβάτες μελλοντικό γάμο, οπότε ουσιαστικά η αποκάλυψη της μοιχείας σήμαινε αυτόματα και το τέλος της ομαλής προσωπικής ζωής των ανθρώπων. Ο αναχρονιστικός νόμος καταργήθηκε το 1983. Η ελληνική κοινωνία στο σύνολό της υποδέχτηκε την είδηση με ανακούφιση. Δεν συνέβη όμως το ίδιο και με την εκκλησία, η οποία αντέδρασε θεωρώντας πως η κατάργηση του νόμου προσβάλει έμμεσα τον ιερό θεσμό του γάμου, αφού δίνει το ελεύθερο στους μοιχούς.
Η αλήθεια είναι ότι η μοιχεία παραμένει αιτία διαζυγίου και αυτό που καταργήθηκε είναι η διαπόμπευση. Εκκλησιαστικά σωματεία οργάνωσαν διαμαρτυρίες στο κέντρο της Αθήνας με μαυροφορούσες γυναίκες να φωνάζουν συνθήματα και να απαιτούν ακόμα και την προσωπική τιμωρία του πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος δεν έκανε πίσω και κατάργησε ένα νόμο μεσαιωνικού τύπου, που κρατούσε τη χώρα σε περασμένους αιώνες...
Πηγή: Μηχανή του Χρόνου