Το Σχέδιο Νόμου για τις νέες δομές υποστήριξης του εκπαιδευτικού έργου στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση
Διαφήμιση - Advertisement
Διαφήμιση - Advertisement
Η ανακοίνωση του υπουργείου Παιδείας σχετικά με το Σχέδιο Νόμου για τις νέες δομές υποστήριξης του εκπαιδευτικού έργου στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση:
Τέλος στην απειλή της τιμωρητικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών με την κατάργηση του ΠΔ 152 και στο ασφυκτικό και αναχρονιστικό θεσμικό πλαίσιο για τη διοίκηση της εκπαίδευσης με την κατάργηση του μεγαλύτερου μέρους του ν. 3848/2010 δίνει το Σχέδιο Νόμου «Αναδιοργάνωση των δομών υποστήριξης της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και άλλες διατάξεις» που κατατέθηκε στην Κεντρική Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή (ΚΕΝΕ) μετά από μακρύ διάστημα διαβούλευσης και διαλόγου με τους φορείς της εκπαίδευσης, οι προτάσεις των οποίων ελήφθησαν υπόψη στην τελική διαμόρφωσή του.
Με το Σχέδιο Νόμου επιτυγχάνεται η αποκέντρωση και ενίσχυση του εκπαιδευτικού συστήματος, η υποστήριξη της σχολικής μονάδας από διεπιστημονική ομάδα και όχι από ένα πρόσωπο, η σαφήνεια στις αρμοδιότητες όσων συμμετέχουν στο υποστηρικτικό δίκτυο των σχολείων, ο προγραμματισμός και η αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου, η αντικειμενική αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης και η ενδυνάμωση του ρόλου του εκπαιδευτικού.
Επιπλέον, μπαίνουν τα θεμέλια για ένα δημόσιο σχολείο περισσότερο δημοκρατικό και συνεργατικό με ενισχυμένο τον κοινωνικό ρόλο του και τη δυνατότητα να ανταποκρίνεται στις ανάγκες όλων των μαθητών.
• Ποιες είναι οι νέες δομές υποστήριξης του εκπαιδευτικού έργου
Συγκεκριμένα, με τις νέες δομές υποστήριξης του εκπαιδευτικού έργου ενισχύονται:
1) Η Παιδαγωγική Αυτονομία της Σχολικής Μονάδας
Οι αρμοδιότητες του Συλλόγου Διδασκόντων του Σχολείου ενισχύονται, καθώς τουλάχιστον τρεις φορές, στην έναρξη, στη μέση και στη λήξη του διδακτικού έτους, αναλαμβάνει την ευθύνη να προγραμματίζει συλλογικά και να αποτιμά το εκπαιδευτικό έργο που επιτελείται στο σχολείο. Ο Σύλλογος εντοπίζει τα σημεία υπεροχής, τα προβλήματα και τις αδυναμίες που προέκυψαν κατά την υλοποίηση δράσεων και αποτιμά το συνολικό εκπαιδευτικό έργο, εστιάζοντας στην επίλυση προβλημάτων που προέκυψαν, αναδιατυπώνοντας ή/και αναπλαισιώνοντας τους στόχους του αρχικού εκπαιδευτικού προγραμματισμού.
2) Ο Περιφερειακός Εκπαιδευτικός Σχεδιασμός
Δημιουργούνται Περιφερειακά Κέντρα Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού (ΠΕ.Κ.Ε.Σ.) στα οποία ο Σύλλογος Διδασκόντων του Σχολείου καταθέτει τον συλλογικό προγραμματισμό του και την αποτίμηση του διδακτικού έργου του. Οι συντονιστές εκπαιδευτικού έργου των Π.Ε.Κ.Ε.Σ, που επιλέγονται από Περιφερειακά Συμβούλια, λειτουργούν υποστηρικτικά παρέχοντας «εργαλεία» στήριξης στον Σύλλογο Διδασκόντων και στο τέλος του διδακτικού έτους συντάσσουν εκθέσεις προς κάθε σχολείο για την βελτίωση στους τομείς που χρειάζεται, προτείνοντας συγκεκριμένες λύσεις, πρωτοβουλίες και επιμορφώσεις που μπορούν να εφαρμοστούν κατά τη νέα σχολική χρονιά. Η αποτίμηση είναι ανατροφοδοτική και οριζόντια, καθώς ο Σύλλογος Διδασκόντων συνεργάζεται με τους συντονιστές του Π.Ε.Κ.Ε.Σ και εκείνοι με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.) που ως τελικός αποδέκτης των εκτιμήσεων και των προτάσεων χαράσσει στρατηγικές υποστήριξης του εκπαιδευτικού έργου.
3) Η εκπαιδευτική και συμβουλευτική υποστήριξη του εκπαιδευτικού έργου σε επίπεδο Διεύθυνσης Εκπαίδευσης
Σε κάθε Διεύθυνση Σπουδών (Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια) δημιουργούνται Κέντρα Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης (Κ.Ε.Σ.Υ.). Τα Κ.Ε.Σ.Υ., στα οποία δημιουργούνται πλέον οργανικές θέσεις εργασίας για όλες τις ειδικότητες και αυξάνεται το προσωπικό τους, συνδράμουν -ως υποστηρικτική και συμβουλευτική δομή- στο έργο των εκπαιδευτικών και στις ανάγκες του μαθητικού πληθυσμού. Επιπλέον, καθορίζεται η λειτουργία των Κέντρων Εκπαίδευσης για την Αειφορία (Κ.Ε.Α.) που έχουν ως στόχο την ανάπτυξη της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, της Αγωγής Υγείας και του Πολιτισμού στα σχολεία όλων των βαθμίδων. Τέλος, δημιουργούνται δικτυώσεις και συνεργασίες σε επίπεδο Ομάδας Σχολείων, δίνοντας την ευκαιρία σε γειτονικά σχολεία να ανταλλάσσουν καλές πρακτικές και να αναπτύσσουν κοινές δράσεις.
4) Η συμβολή και συμμετοχή όλης της σχολικής κοινότητας
Για να ενεργοποιηθούν όλα τα μέλη της σχολικής κοινότητας με τρόπο ουσιαστικό και αντιπροσωπευτικό, το Σχολικό Συμβούλιο το οποίο λειτουργεί σε κάθε σχολείο και αποτελείται από το Σύλλογο Διδασκόντων, τα μέλη του Δ.Σ. του Συλλόγου Γονέων και τον εκπρόσωπο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στη σχολική επιτροπή, εισηγείται κατά τις συνεδριάσεις του προτάσεις για τον προγραμματισμό του σχολικού έτους και ιδέες για τους στόχους που θα μπορούσε να περιλαμβάνει το πρόγραμμα δράσης του σχολείου. Ο Σύλλογος Διδασκόντων λαμβάνει υπόψη τις προτάσεις και παίρνει τις τελικές αποφάσεις.
• Πώς θα γίνεται η επιλογή και η αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης
Με το Σχέδιο Νόμου «Αναδιοργάνωση των δομών υποστήριξης της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και άλλες διατάξεις», θεσμοθετείται ένα σύστημα επιλογής και αξιολόγησης των στελεχών της εκπαίδευσης, σύμφωνο με τις αρχές της ισότητας, της αξιοκρατίας και της διαφάνειας.
Για πρώτη φορά οι 13 Περιφερειακοί Διευθυντές Εκπαίδευσης, οι οποίοι μέχρι σήμερα επιλέγονταν ως μετακλητοί υπάλληλοι που διορίζονταν με απόφαση Υπουργού, θα επιλέγονται και αυτοί όπως όλα τα στελέχη της εκπαίδευσης με 3ετή θητεία, από Κεντρικό Συμβούλιο Επιλογής στο οποίο προΐσταται πρόεδρος του ΑΣΕΠ.
Συγκεκριμένα, το Συμβούλιο Επιλογής απαρτίζεται από 7 μέλη και προεδρεύει σε αυτό πρόεδρος του ΑΣΕΠ. Συμμετέχουν: ένας εκπρόσωπος του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης (ΕΚΔΔΑ), δύο μέλη ΔΕΠ, ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου (που είναι ένας από τους Γενικούς Διευθυντές του ΥΠΠΕΘ) και δύο αιρετοί εκπρόσωποι των εκπαιδευτικών.
Το σύστημα αξιολόγησης των στελεχών της εκπαίδευσης είναι αντίστοιχο ως προς τις γενικές αρχές και τις βασικές ρυθμίσεις με το σύστημα αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων και είναι προσαρμοσμένο στις ανάγκες της εκπαίδευσης.
• Κατάργηση της «τιμωρητικής» αξιολόγησης των εκπαιδευτικών
Καταργείται το ΠΔ 152/2013 το οποίο προκάλεσε προβλήματα στη λειτουργία των σχολείων καθώς διαπνέονταν από ανορθολογικές προβλέψεις -όπως η ύπαρξη σταθερών ποσοστών κατηγοριοποίησης των εκπαιδευτικών- καθώς και από τιμωρητικό χαρακτήρα λόγω της σύνδεσής του με την μισθολογική εξέλιξη, τις διαθεσιμότητες και τις απολύσεις εκπαιδευτικών, με αποτέλεσμα τη δημιουργία δυσπιστίας, αμφισβήτησης και αντίθεσης από την εκπαιδευτική κοινότητα που ακύρωσε στην πράξη κάθε προσπάθεια εφαρμογής.
Επίσης, καταργείται κατά το μεγαλύτερο μέρος του ο ν. 3848/2010 που είχε θέσει ένα ασφυκτικό και αναχρονιστικό θεσμικό πλαίσιο για τη διοίκηση της εκπαίδευσης.